ΕΣΠΑ
Λεωφ. Βάρης 6 & Αγ. Αποστόλων, Βάρη
Τηλ. Επικοινωνίας: 210 89 95 070
Title Image

Προβλήματα μεσοσπονδύλιων δίσκων

Αρχική  /  Blog   /  Προβλήματα μεσοσπονδύλιων δίσκων

Προβλήματα μεσοσπονδύλιων δίσκων

Είναι γνωστό ότι τα περισσότερα προβλήματα στην σπονδυλική στήλη συνήθως σχετίζονται με τους μεσοσπονδύλιους δίσκους, και πιο συχνά σε αυτούς που βρίσκονται στην οσφυϊκή μοίρα. Η ποικιλία που υπάρχει στους ορισμούς που χρησιμοποιούνται για την παθολογία των μεσοσπονδύλιων δίσκων τις περισσότερες φορές επιφέρει μια σύγχυση στους ασθενείς, ενώ ελάχιστοι είναι αυτοί που έχουν ξεκάθαρη εικόνα της φύσης του προβλήματος τους.

Τι είναι οι μεσοσπονδύλιοι δίσκοι;

Οι μεσοσπονδύλιοι δίσκοι βρίσκονται ανάμεσα στους σπόνδυλους και στην ουσία αποτελούν το σύστημα διαχείρισης και απορρόφησης των κραδασμών και της κίνησης της σπονδυλικής στήλης. Ο μεσοσπονδύλιος δίσκος αποτελείται από 2 στοιχειά:

  1. Τον πηκτοειδή πυρήνα ο οποίος έχει ζελατινώδη εύπλαστη υφή λογω της μεγάλης περιεκτικότητας του σε νερό και φυσιολογικά βρίσκεται στο κέντρο του δίσκου.
  2. Τον ινώδη δακτύλιο εξωτερικά που αποτελείται από ίνες κολλαγόνου και είναι πολύ πιο σταθερή και σκληρή δομή σε σχέση με τον πηκτοειδή πυρήνα. Ο ρόλος του είναι να συγκρατεί τον πηκτοειδή πυρήνα στην θέση του.

Οι μεσοσπονδύλιοι δίσκοι έχουν θα λέγαμε “φτωχή” αιμάτωση και η θρέψη τους γίνεται δια μέσου των επιφανειακών πλακών με τον μηχανισμό της διάχυσης. Ο ρόλος της κίνησης και του βάρους είναι καταλυτικός για την διάχυση και θρέψη του μεσοσπονδυλίου δίσκου. Κατά την διάρκεια των κινήσεων ο ινώδης δακτύλιος δέχεται μεγάλα φορτία από τον πηκτοειδή πυρήνα.

Προβλήματα μεσοσπονδύλιων δίσκων

Κήλη μεσοσπονδύλιου δίσκου

Κήλη μεσοσπονδύλιου δίσκου προκύπτει όταν στον ινώδη δακτύλιο λαμβάνουν χώρα μικρές ρήξεις επιτρέποντας με τον τρόπο αυτό στον πηκτοειδή πυρήνα να εξέρθει προς την νευρική ρίζα. Η επαφή με την νευρική ρίζα δημιουργεί συνθήκες φλεγμονής και προβλήματα στην κινητικότητα του νευρικού ιστού. Φλεγμονή μπορεί να προκύψει και σαν ανταπόκριση του οργανισμού μας όταν υπάρχει ολική ρήξη του ινώδους δακτυλίου και επαφή του υλικού του πηκτοειδούς πυρήνα με τον νευρικό ιστό.

Οι ρήξεις στον ινώδη δακτύλιο προκύπτουν από τα φορτία που δέχεται στις διάφορες κινήσεις είτε αυτά προέρχονται από κάποιον τραυματισμό είτε από επαναλαμβανόμενα λανθασμένα φορτία. Όσο πιο φυσιολογικά κατανέμονται τα φορτία στην σπονδυλική στήλη τόσο λιγότερο πιθανό είναι να προκύψει κάποια ρήξη σε αυτόν.

Επιπρόσθετα υπάρχει και το γενετικό υπόβαθρο στον κάθε άνθρωπο ξεχωριστά από το οποίο καθορίζεται η ανθεκτικότητα του ινώδους δακτυλίου. Αυτό σε καμία περίπτωση όμως δεν αναιρεί την σημασία της εμβιομηχανικής ανάλυσης και εντοπισμού του λανθασμένου τρόπου φόρτισης της σπονδυλικής μας στήλης. Η πρόληψη τραυματισμών της σπονδυλικής στήλης αποκτά ακόμα μεγαλύτερη σημασία στο μερίδιο του πληθυσμού στο οποίο υπάρχει η γενετική προδιάθεση για εκφύλιση και ρήξη του ινώδους δακτυλίου.

Όταν έχουμε μια συμπτωματική κήλη μεσοσπονδύλιου δίσκου, ο πόνος δεν προέρχεται τις περισσότερες φορές από τον δίσκο αλλά από την πίεση που προκαλείται στον νευρικό ιστό. Σε αυτή την περίπτωση παρουσιάζεται αναφερόμενος πόνος, μούδιασμα ή και αδυναμία στην κατανομή της νευρικής ρίζας που δέχεται την πίεση.

Σε αρκετές περιπτώσεις η κήλη μεσοσπονδύλιου δίσκου μπορεί να είναι ασυμπτωματική. Αυτό σημαίνει ότι μια απεικονιστική μέθοδος από μόνη της δεν είναι αρκετή για να μας οδηγήσει στην σαφή και ποιοτική διάγνωση του προβλήματος. Ο εξειδικευμένος θεραπευτής οφείλει να συνεκτιμήσει όλες τις πληροφορίες από το ιστορικό του ασθενή και την ενδελεχή φυσική εξέταση.

Εκφυλιστική δισκοπάθεια

Στην περίπτωση της εκφυλιστικής δισκοπάθειας ο μεσοσπονδύλιος δίσκος μπορεί να είναι η πηγή των συμπτωμάτων. Δεν πρόκειται ακριβώς για πάθηση αλλά μια διαδικασία εκφύλισης- αλλαγών που συντελούνται στον μεσοσπονδύλιο δίσκο στο πλαίσιο της γήρανσης του σώματος.

Ο μεσοσπονδύλιος δίσκος χάνει την περιεκτικότητα του σε νερό και γίνεται λιγότερο ελαστικός με μικρότερη αποτελεσματικότητα απορρόφησης των κραδασμών και διαχείρισης της κίνησης της σπονδυλικής στήλης. Λογω των προαναφερθέντων αλλαγών ο μεσοσπονδύλιος δίσκος χάνει ορισμένο από το ύψος του με αποτέλεσμα την σύγκλιση των σπόνδυλων.

Συνεπακόλουθα στενεύουν τα μεσοσπονδύλια τρήματα από τα οποία διέρχονται τα νεύρα με ενδεχόμενη πίεση αυτών. Λόγω της σύγκλισης αυτής των σπονδύλων αναπτύσσεται μια σχετική αστάθεια στην οποία συνήθως ο οργανισμός ανταποκρίνεται με την δημιουργία οστεόφυτων. Επιπλέον οι ζυγοαποφυσιακές αρθρώσεις των σπόνδυλων δέχονται μεγαλύτερη πίεση με αποτέλεσμα δευτερογενώς να αναπτύσσουν αρθρίτιδα.

Ευτυχώς στις περισσότερες των περιπτώσεων η εκφυλιστική δισκοπάθεια είναι ασυμπτωματική ή χαρακτηρίζεται από μεγάλα διαστήματα ηρεμίας μεταξύ των επεισοδίων έξαρσης.

Στην αρχή διερευνάτε η παθοφυσιολογία του προβλήματος από τον θεράποντα ιατρό και κρίνετε αν αυτό έχει ενδείξεις συντηρητικής αποκατάστασης. Το πάσχον άτομο λαμβάνει την κατάλληλη φαρμακευτική αγωγή ώστε να περιοριστούν τα συμπτώματα της οξείας φάσης του προβλήματος. Παράλληλα εκπονείται θεραπεία η οποία χωρίζεται σε τρία στάδια.

Στο πρώτο στάδιο γίνεται ενδελεχής αξιολόγηση του προβλήματος και των συνισταμένων παραγόντων που είτε προκαλούν τα υπάρχοντα συμπτώματα είτε συμβάλλουν στην διατήρηση αυτών. Πρέπει να γίνει ξεκάθαρο ότι δεν υπάρχει ιδανική θεραπεία για όλα τα προβλήματα. Αυτό καθιστά την κλινική αξιολόγηση σαν τον πρωταρχικό παράγοντα επιτυχίας της αποκατάστασης καθώς αυτή καθορίζει την προσέγγιση του θεραπευτή.

Στο δεύτερο στάδιο εφαρμόζονται εξατομικευμένες θεραπευτικές επιλογές που στοχεύουν στη μείωση της οξύτητας των συμπτωμάτων και κυρίως στην αντιμετώπιση της μηχανικής ή μη αιτίας που οδηγεί στην εμφάνιση αυτών. Ενδεικτικά μπορούμε να αναφέρουμε ότι χρησιμοποιούνται τεχνικές:

  • Κινητοποίησης νευρικού ιστού (Neurodynamics Techniques)
  • Manual therapy. Χρησιμοποιούνται τεχνικές για την ομαλοποίηση της κινητικότητας της περιοχής. Όπως έχουμε αναφέρει, η κίνηση κατέχει μείζονα ρόλο στην θρέψη του μεσοσπονδύλιου δίσκου και πρέπει να είναι επαρκής ποιοτικά και ποσοτικά.
  • Μυοπεριτοναϊκής κινητοποίησης για την αποκατάσταση της παρακείμενης μυϊκής λειτουργίας (μυϊκή σπασμοί, trigger point, ανελαστικοί – αδύναμοι μύες, μυϊκή αναχαίτηση).
  • Motor control – όπου χρησιμοποιούνται τεχνικές επανεκπαίδευσης του κινητικού έλεγχου και ειδικά της οσφυοπυελικής περιοχής.

Τέλος στο τρίτο στάδιο στόχος είναι η διατήρηση της λειτουργικότητας του θεραπευτικού αποτελέσματος, η οποία επιτυγχάνεται πρώτον με την εμβιομηχανική διόρθωση των λάθος κινητικών προτύπων ή στάσεων του σώματος που συντελούν στη δημιουργία του προβλήματος και δεύτερον με τη θεραπευτική άσκηση που ως απαραίτητο συστατικό της αποκατάστασης οδηγεί στη διατήρηση του θεραπευτικού αποτελέσματος.