Ο έσω πλάγιος σύνδεσμος αποτελεί έναν από τους πιο σημαντικούς για την σταθερότητα του γόνατος σύνδεσμο, αφού ενισχύει την έσω πλευρά του γόνατος, αναχαιτίζοντας τις δυνάμεις που τείνουν να προκαλέσουν παραμόρφωση σε βλαισότητα. Αν οι δυνάμεις που παρεκτοπίζουν το πόδι προς τα έξω, υπερβαίνουν την δύναμη που μπορεί να αντισταθεί ο έσω πλάγιος σύνδεσμος, τότε επέρχεται η ρήξη του.
Ο συνηθέστερος μηχανισμός ρήξης του έσω πλαγίου συνδέσμου είναι η άμεση πλήξη από την έξω πλευρά του γόνατος. Η ρήξη του έσω πλαγίου συνήθως συνοδεύεται και από άλλες κακώσεις, με πιο συνηθισμένες αυτές του προσθίου χιαστού συνδέσμου και του έσω μηνίσκου. Η συνύπαρξη κακώσεων και στις 3 αυτές δομές, ονομάζεται “ατυχής τριάδα”, και αποτελεί μία κάκωση που την συναντάμε συχνά σε αθλητές.
Η ρήξη του έσω πλαγίου συνδέσμου συνοδεύεται κυρίως από πόνο στην έσω επιφάνεια του γόνατος. Ανάλογα, όμως με τον βαθμό της ρήξης και τις συνυπάρχουσες κακώσεις μπορεί να υπάρχουν:
- αίμαρθρο (συλλογή αίματος στην άρθρωση του γόνατος)
- εμπλοκή του γόνατος (αδυναμία πλήρους έκτασης ή κάμψης του γόνατος), εάν συνυπάρχει ρήξη μηνίσκου ή οστεοχόνδρινη βλάβη.
- πιθανό αίσθημα ανασφάλειας ή και επεισόδια αστάθειας του γόνατος.
Η διάγνωση της ρήξης του συνδέσμου, είναι κλινική και βασίζεται στον μηχανισμό της κάκωσης και την κλινική εξέταση. Η μαγνητική τομογραφία μπορεί να επιβεβαιώσει την διάγνωση και να αναδείξει και πιθανές συνοδές βλάβες, που επηρεάζουν το πλάνο θεραπείας του ασθενούς.
Η θεραπεία συνήθως είναι είτε συντηρητική, και εξαρτάται από τον βαθμό της ρήξης και το εάν υπάρχουν συνοδές συνδεσμικές ή άλλες συνυπάρχουσες βλάβες.
Η μερική ρήξη του έσω πλαγίου συνδέσμου μπορεί να επουλωθεί και επομένως αντιμετωπίζεται συντηρητικά, με την αποκατάσταση να περιλαμβάνει ασκήσεις ενδυνάμωσης και ιδιοδεκτικότητας. Σε περιπτώσεις ολικής ρήξης του έσω πλαγίου συνδέσμου μπορεί και πάλι να εφαρμοσθεί συντηρητική θεραπεία με το χρόνο αποκατάστασης αυτή τη φορά να είναι λίγο μεγαλύτερος.