Ως Σύνδρομο Θωρακικής Εξόδου, αναφέρεται η κατάσταση κατά την οποία ένα σύνολο συμπτωμάτων προκαλούνται όταν αιμοφόρα αγγεία (αρτηρίες, φλέβες) ή νεύρα, ή και τα δύο, συμπιέζονται στο διάστημα μεταξύ της κλείδας και του πρώτου πλευρού.
Τα συμπτώματα που μπορούν να προκληθούν είναι πόνος στον αυχένα, τον ώμο, στο χέρι, μούδιασμα στο χέρι και τα δάχτυλα, καυσαλγία, διαταραγμένη κυκλοφορία του αίματος στα άκρα κ.α.
Η συμπίεση μπορεί να προκληθεί, είτε από τα οστά, είτε από τους συνδέσμους, είτε από το μυϊκό σύστημα της περιοχής. Είναι περισσότερο συχνό στις γυναίκες, ενώ επιβαρυντικοί παράγοντες είναι η παχυσαρκία και η κακή στάση. Πιο συγκεκριμένα, η πίεση μπορεί να οφείλεται σε:
- Ανατομικές Ατέλειες: Συγγενής ατέλειες, όπως για παράδειγμα ένα πρόσθετο πλευρό, πάνω από το φυσιολογικά υπάρχον πρώτο πλευρό – ή μια ανώμαλα σφιχτή ινώδη ζώνη που συνδέει τη σπονδυλική στήλη με το πλευρό.
- Τραύμα: Ένα τραυματικό γεγονός, όπως ένα ατύχημα, μπορεί να προκαλέσει μορφολογικές αλλαγές στη δομή της περιοχής με αποτέλεσμα τη πρόκληση του συνδρόμου. Σε αυτή τη περίπτωση τα συμπτώματα συχνά καθυστερούν να εμφανιστούν.
- Κακή Στάση: Γυρτοί ώμοι, προβολή – ολίσθηση του κεφαλιού προς τα εμπρός, ευθειασμός της αυχενικής μοίρας, είναι κάποιες από τις αιτίες που μπορεί να προκαλέσουν τη συμπίεση στη περιοχή, ως αποτέλεσμα επαναλαμβανόμενης κακής στάσης.
- Επαναλαμβανόμενες Δραστηριότητες: Δραστηριότητες όπως η χρήση υπολογιστών, η δακτυλογράφηση, εργασία σε γραμμή παραγωγής, μεταφορά βαρειών αντικειμένων, αθλητικές δραστηριότητες όπως η κολύμβηση κ.α. μπορεί να προκαλέσει την εμφάνιση του συνδρόμου.
- Συμπιεστικά φορτία στις αρθρώσεις της περιοχής: Η παχυσαρκία μπορεί να συνεισφέρει ένα αδικαιολόγητο βάρος πίεσης στις αρθρώσεις, αλλά και άλλες δραστηριότητες όπως για παράδειγμα η μεταφορά τσάντας με υπερβολικό βάρος.
- Εγκυμοσύνη: Κατά την εγκυμοσύνη, οι αρθρώσεις χαλαρώνουν για να διευκολύνουν την διαδικασία αυτή, με αποτέλεσμα την πιθανή εμφάνιση του συνδρόμου.
Λόγω της ποικιλίας των συμπτωμάτων η διάγνωση του συνδρόμου δεν είναι εύκολη διαδικασία, αφού για αυτή απαιτείται μία λεπτομερής φυσική εξέταση, αξιολόγηση και εκτίμηση των κλινικών ευρημάτων και των εργαστηριακών εξετάσεων (Ηλεκτρομυογράφημα, ακτινογραφία κ.α).
Υπάρχουν διαγνωστικές δοκιμασίες με σκοπό να αναπαράγουν τα συμπτώματα, ώστε να διευκρινιστούν τα αιτία και να αποκλείσουν άλλες αιτίες με παρόμοια συμπτώματα.
Στις περισσότερες περιπτώσεις, όταν το σύνδρομο διαγνωστεί έγκαιρα, η συντηρητική αντιμετώπιση είναι αποτελεσματική. Τα κλινικά ευρήματα είναι εκείνα που θα καθορίσουν το θεραπευτικό πλάνο, το οποίο διαφοροποιείται και εξατομικεύεται για κάθε ασθενή. Ενδεικτικά θα μπορούσαμε να πούμε ότι μια θεραπευτική προσέγγιση θα μπορούσε να περιλαμβάνει τεχνικές χειροθεραπείας (Manual Therapy), όπως πχ. κινητοποίηση της 1ης πλευράς, κινητοποιήσεις νευρικού ιστού, διόρθωση της στάσης του σώματος, διατάσεις των αυχενικών μυών κ.α.